Το 2019 η ναυτιλία των Ελλήνων με κέντρο τον Πειραιά ήταν η μεγαλύτερη στον κόσμο, θέση που κρατάει εδώ και 50 χρόνια. Το μάθημα εξετάζει ένα κεντρικό ερώτημα: Γιατί μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα σαν την Ελλάδα να έχει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου, μεγαλύτερο από εκείνο της Γερμανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών ή της Ιαπωνίας, και μάλιστα σε μία περίοδο παρατεταμένης οικονομικής κρίσης της χώρας; Για να κατανοήσει κανείς την εξαιρετική επιτυχία των Ελλήνων σε αυτόν τον διεθνή κλάδο των διεθνών θαλάσσιων μεταφορών μέχρι και σήμερα οφείλει  να αναζητήσει την ανάπτυξη της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας της ελληνόκτητης ναυτιλίας στον 18ο αιώνα. Στη διάρκεια του 18ου αιώνα οι Έλληνες, Βενετοί και Οθωμανοί υπήκοοι του Ιονίου και Αιγαίου πελάγους με βάση 40 νησιά, ανέπτυξαν εμπορικούς ποντοπόρους στόλους ιστιοφόρων και μετατράπηκαν στους κύριους μεταφορείς της Ανατολικής Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας προς την Δυτική Μεσόγειο και τις ευρωπαϊκές ακτές του Ατλαντικού. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα και μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, είτε ως Έλληνες, Βρετανοί ή Οθωμανοί υπήκοοι συνέχισαν αυτή τη δραστηριότητα, πάντα με βάση τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου, αναπτύσσοντας το ελληνόκτητο στόλο σε άνευ προηγουμένου επίπεδα. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα με στόλους ατμοπλοίων και αργότερα ντηζελοκίνητων πλοίων, με κέντρο τον Πειραιά και το Λονδίνο, και στα μέσα του 20ού αιώνα τη Νέα Υόρκη, αναπτύχθηκαν στους μεγαλύτερους εφοπλιστικούς ομίλους του κόσμου. Σήμερα, οι διεθνείς εφοπλιστικοί όμιλοι των Ελλήνων μεταφέρουν φορτία για τρίτες χώρες στους πέντε ωκεανούς και με κέντρο τον Πειραιά διευθύνουν τον μεγαλύτερο στόλο του κόσμου. Μέσα από συνολική αλλά και επιμέρους θεώρηση το μάθημα θα αναζητήσει τους λόγους ανάπτυξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας που έχει χαρακτηρίσει την τοπική και ευρύτερη ιστορία της Ελλάδας.